Σάββατο 27 Ιουλίου 2013

Νο 370 (βραδιές μολυσμένες)


Νο 370 (βραδιές μολυσμένες)

γκρίζα
τα βράδια,
αερομεταφερόμενα,
με υγρούς φουσκωμένους
ανέμους
και φαντασιώσεις
και πλαστικούς ανιχνευτές
γκάιγκερ
σε μολυσμένες επιθυμίες•
αυτός στους δρόμους,
μόνος
και γλυψίματα
από γερoλύκαινες
και γλώσσες κόκκινες
ερεθισμένες:
και τα μεσάνυχτα,
με σκέψεις σε γωνιές,
με μισοφέγγαρα σβησμένα,
με ηδονές αιωρούμενες,
και πυροβολισμούς
και διερχόμενες ψυχές
και άσπρες και μαύρες και κίτρινες
και σε αποχρώσεις,
και το τέλος,
το τέλειωμά του
σιωπηλό:
πελάτες και νταβατζήδες
σε διαπλοκή,
εκσπερμάτωση
με χαρτομάντηλα
και τσαλακωμένο χρήμα•
και μετά,
τα πρωινά για όλους,
αγορά και πατσατζίδικα,
σάρκες
και πηδηγμένα μυαλά,
σε θεραπείες
με λέξεις πικραμένες,
σε μαύρους
φιόγκους
πακεταρισμένες•


Alexmil 27-07-2013

Νο 369 (κάνες)

Με πυροβόλησες,
εξ επαφής,
γκράφιτι από αίμα,
και ήμουν
πάντοτε
στη πρώτη γραμμή,
κρατούσα το κοκκινόμαυρο
λάβαρο
της ανυπακοής
και τώρα,
βρίσκομαι στη τελευταία:
γραμμή υποταγής
και γεννητικά
όργανα
ταλαιπωρημένα
και θλίψη ανεξήγητη
καμένη σε ρυθμό
ηλεκτροσόκ
και σε παντρεύτηκα:
καλώδια
μπερδεμένα
και νύχια σπασμένα,
όλα,
αφρώδη και ραδιενεργά:
γαμήσι,
καταραμένη δουλειά
και συ
να καθαρίζεις,
ανέμελα,
του αποσπάσματος
τις κάνες•

Alexmil 26-07-2013

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

Νο 368 (έλα να μου πεις)




Βαρέθηκα
τις λέξεις σου
και μηδενικά να σέρνονται,
μουρμουρητά
σε μηδενική βαρύτητα,,     
κουράστηκα με τις 
σκέψεις σου,
μαύρος αέρας
και λαχανιάσματα,
το θέλω,
σαν πόρνη το πελάτη:
τα δόντια μου
στο μυαλό σου να βυθίσω,
μαλάκα,
μάθε επιτέλους ν’ αγαπάς,
ανέβα στη κορυφή,
πέταξε χωρίς φτερά,
είναι οι στίχοι
της ψυχής,
πάρε τη μορφή:
έφιππος εραστής
και τα βράδια
κυνήγα τη σελήνη,
με πιστόλια
κι ασημένιους πυροβολισμούς,
αγώνες
και οδοφράγματα,
και κοκκινόμαυρες σημαίες
και στη πρώτη γραμμή
μάγκα μου 
και μετά, 
έλα να μου πεις
πως μ’ αγαπάς·

 AlexMil 25-07-2013

No 367 (παναμέζικο)


Μυαλό
μαστουρωμένο
από σκέψεις ανώνυμες
και σάρκα,
παρατημένη,
λιπόθυμη,
λίπος σε περιδίνηση,
κι όλα από πάνω του,
έκδοση έκτακτη
της απελπισίας:
κι αυτή είναι ευτυχισμένη.
στιγμή
ή στιγμές μωβ,
είναι αποφασισμένος,
και τη παράτησε:
λέξεις φαλακρές
και το ράγισμα της καρδιάς
τέχνη,
όπως ο θάνατος,
αιμάτινες γουλιές
και απόλαυση έσχατη•
οι παραδοχές
σε μπλουζ χωρίς φωνή,
θλίψη αρχαία
και όλα γρήγορα,
την αγαπούσε
και την είχε σιχαθεί:
ψυχή μαύρη
σε λευκά χέρια,
χοντρά και ιδρωμένα,
σηκώθηκε
ήταν γυμνός,
φόρεσε μόνο καπέλο,
πλατύγυρο
παναμέζικο,
και στο στηθαίο,
ανέβηκε,
δρόμος χωρίς τέλος φάνταζε,
και τον περπάτησε.

AlexMil 24-07-2013

No 366 (ηλίθια γνώση)



Είχα
την αίσθηση,
κορόιδευε
και η γεωμετρία
των φαντασιώσεων,
με γραμμές απειλητικές
και σαρκοβόρες,
τους φόβους
μου αντηχούσε:
υποψίες,
μπλεγμένες με σκοτάδι,
ανατίναζαν
τις σκέψεις
κι έπειτα, η αγωνία,
με μορφές
γδαρμένες με λέξεις,
τη ψυχή μου
θρυμμάτιζε •
κι ο δρόμος ράγισε,
ξαφνικά
έγινε αδιάβατος:
η αίσθηση,
στον ηλεκτρισμένο
άνεμο χάθηκε
και τίποτα
δεν είχε πια σημασία,
έμεινε
μόνο η αλήθεια:
ηλίθια γνώση,
αχόρταγη
και ξεπεσμένη,
τη ντροπή δεν άντεχε
με οργή
και σάρκες μεταχειρισμένες,
σε κηλίδες ηδονής
να θέλει
να ξεθυμάνει•

AlexMil 23-07-2013

No 365 (εξ επαφής)



Η φλογισμένη
άκρη στη ζωή του,
πυροβολισμός:
κοντόκανο με κόκκινη σκουριά,
φτιαγμένο
για να τιμωρεί,
κι ο ουρανός μελανιασμένος,
αιθαλομίχλη
και πολλά φουγάρα•
πιο πέρα,
ένας δρόμος,
χαλικόστρωτος,
χαλασμένος από βαριές
μεταφορές:
και τα μάτια στον έσχατο τρόμο,
σχεδόν χωρίς αναπνοή,
σέρνεται,
το αίμα
του χύνει τη ζωή,
και η γη,
μολυσμένη,
να ρουφά αχόρταγα•
ζωντανή μετάδοση,
τα χρώματα
καρβουνιασμένα
και ο άνεμος αμίλητος
παρακολουθεί,
μάρτυρας βρώμικος,
δίκαιος:
στο στήθος το πυροβόλησαν,
σχεδόν εξ επαφής,
ζήτησε
κι άλλα το κάθαρμα,
άπληστος ήταν κι εκβιαστής•

AlexMil 22 -07-2013

No 364 (χωρίς αγάπη)



Ήταν
εκτός νόμου
στον έρωτα,
η φάρμα της ζωής του
και οι ανεμοδείκτες απλήρωτοι,
να στριφογυρίζουν
μανιωδώς,
εκδικητές: δεν έδειχναν
ανέμους ρομαντικούς,
μόνο
παγωμένες πνοές:
χαραγμένα
ορνιθοσκαλίσματα,
ερωτικά
και γαυγίσματα,
από τσομπανόσκυλα
γερμανικά
κι είχαν το σχήμα κορακιού:
η ψυχή του,
χωρίς αγάπη,
μόνο υπολογισμούς
και λογική.

AlexMil 21 -07-2013

No 363 (φτώχεια)



Αισθάνομαι σκλάβος,
ένας σύγχρονος παρίας,
οι άτιμοι,
μας βύθισαν
στη βαριά σκόνη της φτώχειας,
έπνιξαν και τη μνήμη
για να ξεχνάμε:
η φτώχεια είναι η σκλαβιά
του ενός κι ολόκληρου λαού,
από πάντοτε
και τώρα ακόμη περισσότερο:
τώρα, μας ξεσκίζουν
πίσω από το παραβάν
της νομιμότητας,
μας δίνουν και αντιβίωση:
τους ροπαλοφόρους•
μας έκαναν τρελούς
να κυνηγάμε σαν μαλάκες
ανάγκες ανύπαρκτες,
μετουσιωμένες σε εμπορεύματα
και με τις πόλεις
που έκτισαν,
μου κλέβουν οι μπάσταρδοι
και τη ψυχή:
παραδίπλα,
φτιάχνουμε τις πυραμίδες τους•
άρπαξαν και το αληθινό
κι αυτό ίσως είναι
το χειρότερο,
το κάναν υπόθεση
που δεν απαιτεί απόδειξη,
και μ’ αυτό
ξανάφτιαξαν τους θεούς,
τους δικούς τους,
ένα δόγμα, μια πίστη,
εν ονόματι
της κατασκευασμένης άγνοιας,
όπου τα σημαντικά
κρύβονται
και τα υπόλοιπα,
γίνονται θέαμα
με ποιότητα:
ως μετρήσιμη ακροαματικότητα•
δούλοι λοιπόν,
πως το χωράει το μυαλό μας;
φουκαράδες
πρεζάκηδες καταντήσαμε,
εθισμένοι
στα σκατά τους•
Θέλω τη αποκάλυψη,
την απαιτώ,
τους ιερείς και φαρισαίους,
στη κόλαση
να κλειδώσω τις ψυχές τους
και οι πεινασμένοι να χορτάσουν:
το απαιτώ,
για να μπορούν,
από τη πανανθρώπινη ουτοπία,
τη κόλαση με φωτιά να τροφοδοτούν
αιωνίως•

AlexMil 20-07-2013

Νο 362 (η κοκκινομάλλα)



Σου είπα: σε θέλω,
και τα μάτια σου,
μαύρα αστραφτερά
και λίγο υγρά,
με κοίταξαν
περιφρονητικά,
μου είπες: θα δούμε,
είχες το πρόσωπο ωχρό,
μάγουλα ρουφηγμένα
και λίγο χυμένα,
κι όταν είπα: σ’ αγαπώ,
ρούφηξες τη μαύρη πίπα,
με τσιγάρο
μακρόστενο στην άκρη,
και απάντησες: το ξέρω,
τίναξες τη στάχτη,
κι ο παλιός ανεμιστήρας
την άρπαξε,
και πάνω μου
τη στροβίλισε τρελά•
είχα πιει μπόλικο σκωτσέζικο,
να σε γαμήσω θέλω
ξεστόμισα αυθάδικα,
μου είπες:
δεν σε γουστάρω σήμερα
και δεν απάντησα,
είχες κιόλας αφήσει το σκαμπό,
αεράτο βήμα, κουνιστό,
στο νέγρικο ήχο
που έπαιζε
το ξεχασμένο τζουκ μποξ
και απέναντι,
η κοκκινομάλλα,
ερωτιάρικα μάτια
και τις γάμπες σταύρωνε
προκλητικά …

AlexMil 19-07-2013

Νο 361 (αρουραίοι)



Ήταν
αυτά τα γαμημένα βράδια,
που το σκοτάδι
έπαιζε βάναυσα τη ψυχή μου:
την ξερίζωνε
και τη κατρακυλούσε
στους φθηνούς δρόμους
με τις φριχτές φάτσες των ενοχών:
περπατούσα σκυφτός,
βάραινε η ελαφρότητα της ζωής
και ο τσιμεντένιος ουρανός
με λόγχες με πολεμούσε,
ήταν και τα τσογλάνια που ακολουθούσαν,
αρουραίοι βαρέων βαρών:
τα χρέη
και η γαλαρία των θεατών,
στημένη στις αναθυμιάσεις των υπογείων,
παραζαλισμένη,
το ξεγύμνωμά μου απαιτούσε:
ΕΝΟΧΟΣ,
σε χρυσή τουαλέτα
να με στήσουν,
αφού πρώτα με ξεβρακώσουν:
φαντασιώσεις του ποτού
ή μήπως,
εμφυτεύσεις
της κόλασης για να εξοικειωθώ;
ποιος ξέρει
στο υπόστεγο των εκπνοών
στάθηκα
και σκεφτόμουν:
το αερόστατο με τα φιδίσια σχοινιά,
κρυμμένο
πίσω από τα ψηλά κτίρια,
πάντα με τρόμαζε:
ο εφιάλτης μου,
ερχόταν,
όταν η απογοήτευση
γινόταν αβάσταχτη μιζέρια•

AlexMil 17-06-2013

Νο 360 (inferno)



Ήταν
τοίχος δυσθεώρητος,
μεγαλιθικός και μεγαλειώδης
κι από πάνω,
βουνά ανεστραμμένα
και κορυφές:
λόγχες να ματώνουν τη γη•
ένας στενός διάδρομος
στη κορυφογραμμή,
σκαμμένος
σαν φλέβα μαύρου αίματος
και περπατούσα,
απέχθεια
δίνες υπερφυσικής φρίκης,
και μύρια κοράκια μαυροντυμένα:
από τη μια
και την άλλη πλευρά•
και στο βάθος,
το πρόσωπο, απέραντο,
ασκητικό και μαύρο,
άδειο βλέμμα και ανέκφραστο,
και τούνελ,
στο τέλος της διαδρομής,
αδυναμία και φόβος της ψυχής μου,
κορμιά γυμνά,
σοροί σε συμπλέγματα
να στάζουν αίμα και σπέρμα,
και να εκλιπαρούν
για σωτηρία•

AlexMil 17-07-2013

Νο 359 (αναμονή)



Ο χρόνος,
να δημαγωγεί,
ένα τεράστιο ρολόι ράτσας,
πέτρινο,
Ρωμαική γλυπτική
και από κάτω
ο γκρεμός,
σχιστόλιθος και άβυσσος,
κι εγώ, ημίγυμνος,
στο δείκτη των στιγμών,
να περιστρέφομαι
και να προσπαθώ
να κρατηθώ·
ήμουν τελειωμένος,
αφράτο κρέας
σε λεκιασμένο παντελόνι,
ένα μάτσο κραυγές·
και στο παρά πέντε,
έπεσα,
εκρήξεις πυρηνικές
και αστρικά
αδηφάγα τέρατα:
το τέλος της αναμονής·
αυτή δεν ήρθε,
ήταν μεσάνυχτα και κάτι,
και μόνος,
ο πόνος: καταστροφή
της εικόνας της,
και αποχαιρετούσα,
με δάκρυα κατεστραμμένα
για πάντα το σταθμό•

AlexMil 16-07-2013

Νο 358 (λάμψεις)



Σιωπούμε,
για να μπορούμε
ανενόχλητα να επιθυμούμε,
για να ξαναζούμε
στο λυκόφως των αναμνήσεων,
αισθήματα ξεχασμένα,
παρατημένα•
μάθαμε να πετάμε με τις λέξεις
να σταματάμε τους δείκτες,
να εξαφανίζουμε τοίχους
και να κρυβόμαστε
στις αδήλωτες επιθυμίες μας:
γιατί έχουμε πάθη
που μας καίνε,
ιπτάμενα χαλιά,
ψυχές και σώματα να εξερευνήσουμε,
όνειρα, ακόμη ανεκπλήρωτα,
που μας παρασύρουν,
που σαρώνουν τα ήθη,
την ηθική μας
τους χρυσαφένιους πύργους μας:
φτηνά Hotel
που κάποτε απεχθανόμασταν,
σταγόνες στοιχειωμένες
που φλασάρουν στο μυαλό,
ανελέητα και πρόστυχα,
ιδρωμένα κορμιά
και ενοχές γραμμένες με τα δάκτυλα
σε σκονισμένα έπιπλα•
κι έπειτα,
πρώτα εσώρουχα προκλητικά,
κρυφά αγορασμένα
και το μήνυμα,
γραμμένο να μας καίει,
- πονηρή λάμψη -
να ερεθίζει και να προκαλεί
για να το στείλουμε,
τη πρόκληση για να δεχθούμε•

AlexMil 15-07-2013

Νο 357 (φοβάμαι)



η ζωή μου
σκιτσαρισμένη
και φιγούρες ποιητικές
μάγκα μου,
με στοιχειωμένους
ανέμους ταξιδεύει,
πίστεψέ το,
ακόμη,
όμως στη κάθε μέρα
που περνά,
οι γκρίζες της
γραμμές
όλο και ξεθωριάζουν,
αρχίζω
και φοβάμαι φίλε,
μήπως το σκηνικό
αδειάσει
και σβύσουν οι προβολείς,
μείνει
μόνο το σκοτάδι,
μπόλικο ποτό
κι αυτή
η γαμημένη ντρόγκα,
λίγο rock and roll
και την εικόνα της
για να θυμάμαι•

Νο 356 (ερημίτης)



Αριστοτέχνης
στις ξαφνικές απογοητεύσεις
και δεν απέδιδε
και δεν ζητούσε ευθύνες,
αποτραβιόταν
στη έρημο της μοναξιάς:
παραισθησιογόνο,
βαθιά κόκκινα σύννεφα
και δάκρυα
πολύτιμα από πράσινο νεφρίτη,
ερημίτης,
στους αμμόλοφους
της φαντασίας του•
όμως,
στην ηδονή πίστευε,
να στροβιλίζεται με τ’ άστρα,
και στις καταστάσεις:
με της σάρκας
τα λευκά σεντόνια
στο χωρόχρονο να παλεύει:
κοκτέιλ με βότκα
και έπειτα πήδημα,
μέχρι να αισθανθεί
το φεγγαρόφωτο
να κόβεται από σύννεφα
και τα κύματα
ν’ αφρίζουν
και να σφυρίζουν μαλακά
στις καμπύλες του κορμιού της•
αυτός ήταν,
με λάμψεις
να φεγγίζει τη ψυχή του,
να μη θέλει να ξεχνά,
και αναίτια να παίζει,
με τις γυναίκες,
με όλες τις γυναίκες,
χωρίς όρια και ενοχές•

AlexMil 13-07-2013

Νο 355 (έμαθες)



Τη θυμάμαι
τη μέρα εκείνη,
σκέψεις,
με εικόνες μαστουρωμένες,
στο bar,
σου πρόσφερα ένα ποτό,
με κοίταξες
και μόρφασες απείθαρχα,
μου γύρισες τη πλάτη,
φαινόμουν κακόμοιρος,
ήμουν και άσχημος•
με ξανακοίταξες
λίγο μετά
και οι λέξεις σου,
θηλυκές,
με ψιθυριστές υποσχέσεις:
ποιος ήμουν
έμαθες …

AlexMil 12-07-2013

Νο 354 (η δουλειά του)



Τέλειωσε
και με τους φόβους του,
- αιωρούμενες
σταγόνες αίματος -
τους παραπλάνησε
και στο υπέρ διάστημα
τους ξαπόστειλε,
έπιασε
και τη ψυχή του,
αλαφιασμένη ως συνήθως,
σε αρχαίο caldarium
την έστειλε
κι έπειτα,
φόρεσε τη στολή
και το ποτό,
μια τελευταία γουλιά
κι ήταν έτοιμος:
έκλεισε την εξώπορτα,
αέρας νοτισμένος
με μυρωδιά πηλού
και σκοτεινές πτυχές:
η βάρδια νυχτερινή
και τραυματιοφορέας
σε ασθενοφόρο στην Εθνική,
η δουλειά του …
σχεδόν, κάθε βράδυ•
και ο φόβος,
χρόνια αμέτρητα …..

AlexMil 11-07-2013

Νο 353 (νεκρός ήλιος)



Ανέπνεα αδιέξοδα,
πήρα το μολύβι
και κάρφωσα
στο μισοτσαλακωμένο χαρτί
λέξεις,
σκέψεις ξεβιδωμένες
απ το μυαλό:
υπερβολική δόση
απογοήτευσης,
τις μάζεψα,
είχαν κατρακυλήσει
στο ημιδιάφανο διάδρομο
των στίχων,
φωσφορίζουσες
γραμμές αίματος,
συνθήκες σούπερ νόβα:
είχε πλάκα,
πέταξα χούφτες σκόνη
και τις πρόλαβα,
τη ύστατη στιγμή,
πριν περάσουν
τη φανταστική γραμμή:
αφανισμός
από ροπαλοφόρους
με όπλα ηλεκτρικά,
ηρέμησα,
ήπια τη τελευταία γουλιά
του espresso
και πέταξα το χαρτί:
ασυναρτησίες
στο νεκρό ήλιο της ψυχής,
καλησπέρισα
και τον Θεσσαλονικιό
μπάρμαν
- κούκλος ο άτιμος -
και βγήκα στο καθαρό αέρα,
το στρες
είχε γίνει ανυπόφορο
σκέφθηκα ...

AlexMil 09-07-2013

Νο 352 (σε ξέχασα γρήγορα)



Αναποδογύρισες
τα αισθήματα
και τα εγκατέλειψες,
ξέμεινα,
μουτζούρωσες και τα ίχνη σου
με σκουριασμένες λέξεις
κι εξαφανίστηκες•
πίστεψες
πως θα έκανα γκράφιτι
τη φυγή σου;
εκνευρίστηκα,
πιωμένος,
διάφορα έσπαγα
σε ψυχρές τουαλέτες,
αλλά γενικώς,
σε ξέχασα γρήγορα•
ύψη αποχαιρετιστήρια
και μεταλλικές
κραυγές:
εξηκοστός τρίτος όροφος,
στο νησί
και δίπλα έρημος,
ήμουν ρέστος,
σχεδίαζα πορτρέτα ψηφιακά
και τη γνώρισα,
με προσκάλεσε:
ολογράμματα fractal
για να δημιουργήσω
στο κρεβάτι της:
δέχθηκα,
είχε βρώμικα μάτια
γκρίζο λευκό με στίγματα
και το υπόλοιπο
της κόλασης…
πλακώσαμε
στους οργασμούς,
ονειρώξεις
και στην απόκοσμη
λαμπρότητα του πρωινού
λόγια αγάπης
ψιθυρίσαμε …

AlexMil 08-07-2013

(31)

… Είναι φορές,
έτυχε πολλές φορές,
το σκοτάδι να θέλω να φωτίσω
και βρισκόμουν στη πρώτη γραμμή,
αιχμή αξιοπρέπειας
και αγωνιούσα,
κρατούσα το λάβαρο της αντίστασης
και το έκανα για όλους μας,
για σένα άνθρωπε•
συννεφιασμένη η σιωπή
υπάρχουν τόσες πολλές φορές
που δεν μιλώ
για να μπορώ να σε μισώ:
για όσα έκανες
και γι’ αυτά που θα έπρεπε να κάνεις•
άνθρωπε,
πόσο εύκολα,
ανθρωπάκος γίνεσαι …

Αλέξανδρος Μηλιορίδης 07-07-2013 2.00 μ.μ (31)

(30)

δεν το φοβάμαι
το σκοτάδι,
με τις σκιές του
νταραβερίζομαι,
ενίοτε όμως
χάνω τον προσανατολισμό,
και τότε,
μεταμορφώνομαι
σε τρωκτικό
επικίνδυνο …

Αλέξανδρος Μηλιορίδης 07-07-2013 13.00 μ.μ (30)

(29)

… Με απείλησαν,
μαύρες λέξεις αρρωστημένες,
δεν ήταν πιωμένοι
και γελούσαν,
μάτια κατακόκκινα,
μου είπαν:
άκου το αίνιγμα
κι αν το λύσεις
ίσως σε αφήσουμε να φύγεις•
στο κρόταφο
είχαν και το περίστροφο:
εξ επαφής με πυροβόλησαν
και το αίνιγμα;
- γιατί είμαι λευκός -
φράση απλή,
που μόνο το χρώμα
αλλάζει στα στόματα,
φαίνεται πως,
να το λύσω δεν μπόρεσα ...

Αλέξανδρος Μηλιορίδης 07-07-2013 11.30 π.μ (29)

(28)

… Δεν ήθελα
να περιορίσω
τις προσδοκίες τους,
ήταν χλωμοί
με κόρες
σαν γέρικα πρεζόνια
και μ έπεισαν:
χαρτονομίσματα
με τη σέσουλα
και η απειλή
πως θα με καθάριζαν
αν δεν τους πήγαινα
αποτελέσματα,
με φόβισε•
όμως,
είμαι άπληστος
και πολύ τσόγλανος,
τα κατάφερα ...

Αλέξανδρος Μηλιορίδης 07-07-2013 10.30 π.μ.(28)

Νο 351 (άχρηστος)



Ήταν
στην άκρη της ασάφειας,
ασυμμάζευτες
σκέψεις,
μαζί με κύματα σκιάς
και κινδύνευε,
κεντράρισαν τη ψυχή του,
το δάκτυλο
πέτρινο,
και την σημάδευσαν:
οι φωνές
ψίθυροι
και τα πρόσωπα στυγνά,
τον περικύκλωσαν,
στο πεζοδρόμιο
βρίσκεται
και σωριασμένος,
λεκιασμένος
με το αίμα του•
τον εκπαραθύρωσαν,
στιγμές πριν,
ξερίζωσαν τη ψυχή του
και παραδόξως
σκέφτεται:
ψόφιες μύγες
και ράφια
με παλιά κιτρινισμένα
πορνοπεριοδικά:
τον πυροβόλησαν,
δεν θα τον αναζητούσε κανείς
και ήταν άχρηστος …

AlexMil 06-07-2013

06-07-2013 (27)-1

… Παράξενη
η αισιοδοξία,
εκδοχή αναρχομοντέρνα,
με τηλεφωνώ
στο παρελθόν:
στο παρόν πιο ατελής
για να είμαι
κι έπειτα,
ξαναβρίσκω
τους χαμένους ήχους,
ψώνιο
η κατάσταση,
θέλω να κάνω κάτι τρελό,
πρώτα
χάνω τα ανόητα
πράγματα,
εξαφανίζω
και με σπρέι,
μυρωδιές
λυπηρές
ξεχασμένων σχέσεων
κι είμαι έτοιμος,
εμφυτεύω
μια γερή χούφτα
από μπλουζ ποιητικά
και μαρσάρω,
μόνος,
εγώ και η chopper …

Αλέξανδρος Μηλιορίδης

Νο 350 (τυλιγμένος)



Εκείνη τη νύχτα,
αστέρια έσκαγαν δίπλα μου
και οι σκέψεις
φάνταζαν ξοφλημένες,
δεν αισθανόμουν
καλά,
οι σκιές κομμάτιαζαν
και οι αναμνήσεις επώδυνες,
ξέφευγαν
από το μυαλό,
κουβάριαζαν το σώμα μου•
μπρούτζινο κρεββάτι,
ένας σωρός:
στα βρώμικα σεντόνια
κρυβόμουν,
ξεραμένος από το ποτό
και το πρωινό,
σε άδεια εικόνα με βρήκε:
σεντόνι
ματωμένο
στη θέση της ψυχής,
κι εγώ τυλιγμένος,
να προσπαθώ να ξαναγεννηθώ•

AlexMil 05-07-2013

( AlexMil) (27)

Πηδιόντουσαν
και ο πόνος
κατέφθασε κολασμένος,
η καρδιά του,
μύες διαλυμένοι
και αρτηρίες κτυπημένες
ρετάριζε φοβισμένη:
κατάλαβε,
κακεντρεχής
ο θάνατος
του χάιδευε τα μαλλιά:
την επόμενη στιγμή
θα πέθαινε
και δεν φοβήθηκε,
υπέρτατη η προσπάθεια
και τέλειωσε:
ανατίναξε τη ηδονή
στη σάρκα του
και έπειτα
ευτυχισμένος ξεψύχησε•

Αλέξανδρος Μηλιορίδης ( AlexMil) (27)

Νο 349 (ρεαλιστικές σκέψεις από πραγματικούς ανθρώπους)

Νο 349 (ρεαλιστικές σκέψεις
από πραγματικούς ανθρώπους)

Ήταν η βροχή
που ξέπλενε τις σκέψεις μου
κι αυτός ο κωλο αέρας που διαβολεμένα φυσούσε,
ήταν φορτωμένος με σκόνη,
τη γνωστή, από ξένους και μακρινούς ορίζοντες,
θάμπωνε τις μορφές, τις σκιτσάριζε με την ομίχλη,
τις βρώμιζε και τις ομόρφυνε,
παράδοξο, έλειπαν οι λεπτομέρειες
και μου δίναν την αίσθηση του τίποτα και του πουθενά
και σε σκεφτόμουν•
ρουφώντας τη χλωμή ομορφιά σου,
οι γραμμές των αναμνήσεων συχνά με κουβάριαζαν
και το πέπλο της λήθης,
στο φόντο του σκοτεινιασμένου βάθους,
τώρα τελευταία, πολύ συχνά, πεινασμένες σκιές εμφανίζει•
είμαι κουρασμένος,
τα ίχνη εφήμερα στα νερά του ουρανού,
μου θυμίζουν τη πορεία μας,
λακκούβες βρώμικες και λέξεις ολισθηρές,
φουρτουνιασμένα κύματα με λασπόνερα,
που καταβύθισαν την αυγή και τη δύση της ζωής,
της ζωής των δυο μας•
είχε πολλά τρικ ο καμβάς της πορείας μας,
γεμάτος ομορφιά, μπερδευόταν με τις εντυπώσεις
και φορτωνόταν με χρώματα σκούρα και φιγούρες άσχετες,
κατάντησε στο τέλος,
να εκτίθεται σε βιτρίνες μπουρδέλων κι εμείς απ’ έξω,
σκιές πεθαμένες, να κολλάμε και το κρύσταλλο να θαμπώνουμε•
η ζωή μου,
σκέψεις με δάκρυα και ένα μάτσο από ευαισθησίες,
σε ένα σώμα μέτριο και γερασμένο,
χαρτογραφημένη για να σ’ αγαπά παντοτινά,
μια φαντασμαγορία του μυαλού μου με εικονογραφημένες αιωνιότητες:
λέξεις πόρνες,
σε σκέφτομαι πολύ από τότε που έφυγες από τη ζωή μου,
πάντα έλεγα, το θυμάσαι;
δεν με ενδιαφέρει ο εαυτός μου,
σου τον χαρίζω, αρκεί να σε σώσω, αν πότε χρειαστεί:
αυτή είναι η αγάπη, θυσία και αυτοθυσία,
οτιδήποτε άλλο είναι εγωισμός,
γελούσες και ρουφούσες με πάθος την αναπνοή μου ,
ήξερες πως θα το έκανα και αυτάρεσκα με προκαλούσες
και κυνηγιόμασταν,
στις στενόμακρες αμμουδιές του ποταμού,
εκεί έξω από τη Σαλονίκη,
τότε που τα βράδια, παίζαμε με τον άνεμο της ξενοιασιάς
τα ερωτικά μας παιγνίδια•
από τότε,
πέρασε πολύ καιρός και ο αέρας επιδεινώθηκε,
οι σταγόνες: ερινύες, το σώμα μου τιμωρούν,
αλλά προχωρώ, με το βάρος σου να είναι δυσβάσταχτο,
γερασμένος ναι,
αλλά πίστεψέ με ευτυχισμένος
κι όταν φτάνω στο τέλος του προορισμού, όπως τώρα,
για να εξαφανιστώ τη νύχτα στην ερημιά της εικονικής μου ζωής,
ξέρω πως αύριο πάλι,
στο κέντρο της πόλης θα σε αναζητώ,
στο πλήθος και τις φωνές,
με ξεραμένα τα χείλη από τις αγχωμένες μου αναπνοές•

AlexMil 03-07-2013

Νο 348 (δυστυχώς)

Νο 348 (δυστυχώς)

… Όταν
σου εξομολογήθηκα
τον έρωτά μου,
με κοίταξες κάπως,
σαν αποβλακωμένη
θυμάμαι
και μου είπες:
- είσαι αγροίκος -
σε ρώτησα γιατί;
- εκφράζεσαι,
όπως σε αφίσα
επαρχιακού κρεοπωλείου -
απάντησες ξινισμένα
και σούφρωσες
τη μούρη σου
με το συνηθισμένο τρόπο·
έκανα
πως κατάλαβα,
- διεκδικείς αγοραία
επιβεβαίωση
τεμαχίζοντάς με -
συνέχισες
και σιαλώνοντας
το στριφτό τσιγαριλίκι
το άναψες,
το ρούφηξες δυνατά
και στα μούτρα μου
το έφτυσες:
μύρισα τις ορμές σου
γεύτηκα
και τα σάλια σου·
φυσικά
σε πήδηξα,
ήσουν αρκετά καλή
μιλούσες και πρόστυχα,
κάπως περίεργα
η αλήθεια,
δυστυχώς όμως,
δεν έμεινα μέχρι εκεί,
συνέχισα
και σε παντρεύτηκα
ο μαλάκας …

AlexMil 02-07-2013

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2013

μικρο 26




Μυστηριώδεις
οι ευκαιρίες,
ποθητές και καλλίγραμμες,
σαν όσιες δοξάζονται,
βρίσκονται παντού
και μέσα του,
με  ψυχρά
και ασημένια μάτια
κι αυτός,
αιωρείται σε αναμονή,
στο διάδρομο
των προτομών,
έχει σκονισμένο το μυαλό
θέλει να γίνει
και άγιος·
όνειρα και ελπίδες
αποζητά
και διαισθάνεται:
πράγματι,
αίτημα κατέθεσε
που άνευ σχολίων έγινε αποδεκτό
και η εντολή που δόθηκε,
είναι συμπαντική
και άμεσα εφαρμόσιμη:
πρώτα ό χρονισμός,
τη νόηση
στην ουσία του χρόνου κατηύθυνε
κι έπειτα,
την ευκαιρία έκανε ορατή,
εντέλλεται:
να την εκμεταλλευτεί
στο μέγιστο …


Αλέξανδρος Μηλιορίδης ( AlexMil) (26)