Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

Δεν ζήτησα να ξεχάσω τη ζωή





Πέρα από τα όρια της ψυχής μου,
όπου οι βράχοι του πόνου,
κάνουν την επιβίωση μονοπάτι δύσβατο,
χορταριασμένα όνειρα,
ποδοπατημένα από τις απατηλές προσδοκίες,
αναζητούν την άκρη της μνήμης,
στη λήθη που κτίζουν οι απατηλές φωνές .

Η ζωή μου, σαν ανώνυμο κακό, 
στον ήλιο του μεσονυκτίου φαντάζει,
σαν να μην άρχισε ποτέ στα σοβαρά,
το ηθικό,  σαν λάθος ψηφιακό,
να δικαιολογεί όσα δεν δικαιούμαι να έχω,
η ιστορία μου τροφή του τίποτα,
επεξεργαστής  ξεπερασμένος. 

Τα φαντάσματα στα παράθυρα,
με τα δάκρυα της ελπίδας προσδοκούν,
το χθες στο σήμερα να φέρουν,
σ’ αυτούς που τα βράδια της ζωής,
στους  δρόμους  φοβισμένοι  τα  περνούν ,
ξέρουν, είναι ο θάνατος με ψυχή,
η ανωνυμία μέσα στη σιωπή χαμένη.

Ο ψίθυρος  των θηρευτών,
τις προσδοκίες μου κάνει πιστευτές,
όμως τίποτα δεν είναι αληθινό,
απ’ το παράθυρο των αναπνοών κοιτώ, 
ιστορίες ανθρώπινων προθέσεων,
που το πόλεμο θρέφουν της καταχνιάς,
αβάστακτος πόνος, μοιρασμένος με χαρά.

Δεν ζήτησα να ξεχάσω τη ζωή,
αλλά να τη ζήσω με αναρχική τιμή,
όμως το βουητό της δύναμης,
ζητά τους σφυγμούς μου να χρωστώ,
δανειστής της απαξίας μου,
με τύψεις να πληρώσω απαιτεί, 
με τις μελανές σκιές να ζήσω.

Στο αδέσποτο παρόν,
όπου η ανάγκη γίνεται ικεσία,
το σκοτάδι σιωπηλός συγκάτοικος,
στης λύπης μου την μοναξιά,
σε δρόμους τυφλούς με οδηγεί, 
εκεί όπου μαύρα πανιά σκεπάζουν,
της ζωής μου τις φθαρμένες εικόνες.



Δεκέμβριος 2011
AlexMil